ῥαψῳδός

ῥαψῳδός
ῥαψῳδός
Grammatical information: m.
Meaning: `rhapsodist, performer of epic (homeric) poems' (Hdt., S., Pl.).
Derivatives: ῥαψῳδ-ικός `belonging to the rhapsodist', -έω `to recite epic poems', -ία f. `reciting epic poems, epic poems' (Att. etc.).
Origin: GR [a formation built with Greek elements]
Etymology: Verbal governing compound of ῥάψαι ᾠδήν (ἀοιδήν), so prop. `who sews a poem together' referring to the uninterrupted sequence of ep. verses as opposed to strophic compositions of lyric; cf. Hes. Fr. 265 ῥάψαντες ἀοιδήν. Pi. Ν. 2, 2 Όμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων ... ἀοιδοί. Patzer Hermes 80, 314ff. (referring to earlier discussion); cf. also Sealey REGr. 70, 312ff.
Page in Frisk: 2,646

Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). . 2010.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ῥαψῳδός — reciter of Epic poems masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ραψωδός — Κατά την ελληνική αρχαιότητα επαγγελματίας ο οποίος απήγγελλε επικά ποιήματα. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί το όνομα αοιδός, το οποίο διατηρήθηκε για αιώνες· μόνο από τον 5o αι. π.X. χρησιμοποιήθηκε ο όρος ρ., που θεωρήθηκε κατόπιν από τους σύγχρονους… …   Dictionary of Greek

  • ραψωδός — ο συνθέτης ποιημάτων, κυρίως επικών (στην αρχαιότητα εκείνος που απάγγελνε τα ποιήματα των επικών ποιητών): Ο Όμηρος είναι ο μεγαλύτερος ραψωδός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Θαλήτας — Ραψωδός και συνθέτης ποιημάτων μυθολογικού περιεχομένου, από την Κνωσό της Κρήτης. Ο Μπεργκ τον ταύτιζε με τον ομώνυμο ποιητή από τη Γόρτυνα. Δεν διασώθηκε κανένα έργο του …   Dictionary of Greek

  • ῥαψωιδοί — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψωιδούς — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψωιδόν — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψωιδός — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψῳδοί — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψῳδούς — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαψῳδέ — ῥαψῳδός reciter of Epic poems masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”